Ομιλία του Βέλγου φιλέλληνα JIMMY JAMAR στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του « Γράμματα στον Λόρδο Βύρωνα» στην Βιβλιοθήκη της Βυρωνικής Εταιρείας Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου.
Κυρίες και Κύριοι, αγαπητοί φίλοι,
Θα ήθελα να αφιερώσω αυτά τα λίγα λεπτά για να απαντήσω σε ένα απλό ερώτημα: Τί σημαίνει να είσαι Φιλέλληνας;
Αυτό είναι ένα ερώτημα που έχει απασχολήσει πολλούς εδώ και είκοσι αιώνες. ‘Ομως, μετά από αιώνες ολόκληρους κατοχής, μετά την Ανεξαρτησία, μετά την εξέλιξη της κοινωνίας και του πολιτισμού και τις πρόσφατες αναταραχές στη χώρα,το πιο ουσιαστικό ερώτημα είναι: Τί σημαίνει να είσαι φιλέλληνας το 2016;
Η απάντηση είναι: Δεν ξέρω. Δεν ξέρω γιατί διαιωνίζεται αυτή η παράδοση, γιατί άνθρωποι από το Βορρά, το Νότο, την Ανατολή και τη Δύση, σε όλες τις ηπείρους του κόσμου αποφασίζουν μια μέρα ότι συνδέονται με κάποιο τρόπο μ’ αυτή τη χώρα, μ’αυτούς τους ανθρώπους και για κάποιους απ’αυτούς η σύνδεση αυτή είναι τόσο πολύτιμη και βαθειά, που είναι έτοιμοι να εγκαταλείψουν τη σιγουριά και την άνεση της ρουτίνας τους και μερικές φορές και την ίδια τους τη ζωή, για να υπερασπιστούν τη Ελλάδα, με λέξεις ή πράξεις, οι οποίες σε κάποιοες περιπτώσεις, μπορούν να τους οδηγήσουν πολύ μακριά.
Τί είναι, λοιπόν, αυτό που προκαλεί αυτή την αντίδραση; Η ομορφιά του τοπίου; Η καθαρότητα του φωτός; Οι συμπεριφορές των ανθρώπων, αυτή η μοναδική μείξη γεναιοδωρίας, περιέργειας και φιλοξενίας; Η μοίρα της Ελλάδας, που μη υπομένοντας το μαρτύριό της πάντα κατάφερνε να διατηρήσει την ταυτότητά της; Η μουσική; Το φαγητό; Αλλά και μερικές φορές η ανυπομονησία, η αναρχία, η θνησιμότητα, η μοναδική μείξη προτερημάτων και ατελειών; Η ιστορία, οι ρίζες του πολιτισμού της, η φιλοσοφία, η ποικιλομορφία, ο ήλιος, το φεγγάρι, η θάλασσα, τα βουνά, τα χρώματα, οι αντιθέσεις; Ή ένα άθροισμα όλων αυτών; Πώς γίνεται με την έναρξη της επανάστασης και ως φόρο τιμής στον θρυλικό Μπάϋρον, συγγραφείς, ποιητές, πολιτικοί απ’ όλο τον κόσμο, να ξαναζωντανέψουν στα 1820 τη λέξη “Φιλελληνισμός”, μια λέξη που όμοιά της δεν έχει χρησιμοποιηθεί για κανέναν άλλο λαό του κόσμου, μια λέξη που έχει μείνει και θα μείνει στο μυαλό των ανθρώπων δύο αιώνες αργότερα;
Το μόνο που μπορώ να αναφέρω από τη δική μου εμπειρία είναι η ανάμνηση μιας άνοιξης του 1969. Ήμουν 17 χρονών. Οι αδερφοί μου κι εγώ είχαμε πάει πολύ καλά στο σχολείο και οι γονείς μας, ως ανταμοιβή, μας πήγαν κρουαζιέρα στη Μεσόγειο. Από τη Βενετία ως το Ντουμπρόβνικ και το Κότορ. Και μετά, ως πρώτη στάση στην αρχαία γη, η Ολυμπία, ή μάλλον η παράκτια πόλη της Ολυμπίας, το Κατάκολο. Δύσκολα θα το αποκαλούσε κανείς το ομορφότερο λιμάνι του κόσμου. Μια αποβάθρα, μερικές ψαρόβαρκες, απομακρυσμένο απ’ όλα. Όμως, σε αυτό το μέρος, το εγκαταλελειμμένο και φθαρμένο, είναι που άρχισε η περιπέτειά μου.
Θυμάμαι τη θάλασσα, το χρώμα της θάλασσας. Θυμάμαι τον αέρα, τη θερμοκτασία του αέρα. Θυμάμαι τη μουσική- το ιταλικό τραγούδι που έπαιζε η ορχήστρα πάνω στην ξύλινη προκυμαία. Θυμάμαι το φως, τα έντονα χρώματα, μετά από δύο μέρες κακοκαιρίας. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη μυρωδιά- το αξέχαστο πασχαλιάτικο άρωμα του γιασεμιού και του άνθους πορτοκαλιάς. Και θυμάμαι τα βήματά μου, κάθε βήμα μου καθώς κατέβαινα τη σκάλα, λέγοντας με το μυαλό μου, καθώς ακουμπούσα για πρώτη φορά το πόδι μου στην Ελλάδα: “ Αυτή θα είναι και Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ χώρα”.
Αυτό το συναίσθημα δε με έχει εγκαταλείψει από τότε.
Απίστευτο, ίσως. Μα η ιστορία είναι αληθινή. Πέρα για πέρα αληθινή.
Έμαθα πως το μέρος που ο ίδιος ο Μπάϋρον είχε πατήσει το πόδι του για πρώτη φορά στην Ελλάδα και μάλιστα κάτω από παρόμοιες συνθήκες, δεν ήταν και πολύ μακριά από εδώ.
Η ίδια εντύπωση: το μοναχικό τοπίο, τα δέντρα, οι λόφοι, ο ήλιος, η κατάπληξη. Αυτό είναι το μοναδικό στοιχείο του εαυτού μου που τολμώ να συγκρίνω μαζί του.
Αλλά τα γεγονότα μιλούν: τόσο για εκείνον όσο και για εμένα, και για τόσους πολλούς ανθρώπους ανάμεσά μας, η εντύπωση ήταν παρόμοια, η αίσθηση της πρώτης στιγμής, αυτής που καθορίζει τα πάντα, δημιουργεί δεσμούς με την πάροδο του χρόνου και σε αναγκάζει να ακαλύψεις το πεπρωμένο σου.
Για μένα, αυτό το ταξίδι αντιπροσωπεύει εκατοντάδες ταξίδια όλες τις εποχές του χρόνου, με τα ζεστά καλοκαιρινά αεράκια και τα χιόνια στη βόρεια Ελάδα, για δουλειά ή διασκέδαση. Για να συναντήσω φίλους ή συναδέλφους, καλλιτέχνες και Υπουργούς, αλλά πάνω απ’ όλα τους απλούς ανθρώπους στις πόλεις, τα νησιά, τα απομακρισμένα χωριά. Πάντα με ένα κοινό αίσθημα: την επιτακτική ανάγκη να επιστρέφω ξανά και ξανά, χρόνο μετά το χρόνο, να κάνω νέες εξερευνήσεις.
Η ανάγκη αυτή, με το χρόνο, γίνεται όλο και πιο επιτακτική, κάνοντας τις επισκέψεις μου όλο και πιο συχνές, λες και ο χρόνος μου εξαντλείται, συνειδητοποιώντας πως υπάρχουν τόσα πολλά να δω και να κάνω παρακινούμενος από την ανάγκη, την ανυπομονησία για νέες συναντήσεις, νέες εμπειρίες. Η ανάγκη είναι πάντα παρούσα.
Και τότε μια μέρα, μια νέα ανάγκη παρουσιάζεται: η ανάγκη να κάνεις το επόμενο βήμα, να αφοσιωθείς σ’ένα σκοπό. Για μένα, αυτή η μέρα ήρθε το χειμώνα του 2011, κάπου στη Βόρεια Ευρώπη (όχι στη χώρα μου). Ήταν στη μέση της κρίσης. Ήταν η στιγμή που έγινα μάρτυρας ενός λόγου έπαρσης και βίαιης κριτικής ενάντια στην Έλλαδα – ή ακόμη χειρότερα: ενάντια στο λαό της. Και τότε ένιωσα την ανάγκη να αντιδράσω, να κάνω κάτι, να φανώ αντάξιος των ιδανικών στα οποία πάντα πίστευα και των αξιών πάνω στις οποίες έχω χτίσει τη ζωή μου. Ήρθε η ώρα να κινητοποιηθώ, να αντιδράσω, να ξεπληρώσω την παλιά πατρίδα για κάποια από αυτά που μου πρόσφερε μέσα στη διάρκεια μισού αιώνα. Και η ανάγκη αυτή ενσαρκώθηκε με την δράση “12 Ώρες για την Ελλάδα”.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, αισθάνομαι θυμωμένος και περήφανος, παρηγορημένος και αν ικανοποίητος. Είχα το συναίσθημα της εντύπωσης πως αυτό που προσπαθώ να κάνω ίσως γίνει επιτέλους χρήσιμο, αλλά ταυτόχρονα και το συναίσθημα πως ό,τι κι αν κάνω δε θα είναι ποτέ αρκετό. Αυτό έχουμε κάνει με τη δράση “ Θέρμανση για τα Σχολεία”, όπου καταφέραμε να συγκεντρώσουμε πάνω από 30.000 ευρώ πέρσι, ώστε να μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε πετρέλαιο θέρμανσης για πάνω από 40 σχολεία στο βόρειο κομμάτι της χώρας, ωφελώντας 7.000-8.000 παιδιά. Αλλά υπάρχουν τόσα πολλά να γίνουν ακόμα!
Γι’αυτό τολμώ να σταθώ εδώ σήμερα, με περηφάνεια και ταπεινοφροσύνη. Έτσι λοιπόν, μπορείτε να βασιστείτε πάνω μου, αγαπητοί συμπατριώτες, και φίλοι του λόρδου Βύρωνα. Ίσως θεωρήσετε τις πράξεις μου ιδιοτελείς, μα προέρχονται από τα βάθη της καρδιάς μου.
Πάντα ρει, είπε ο Ηράκλειτος.
Η Έλλάδα πάντα θα υπάρχει. Όποια κι αν είναι η μοίρα της, θα διατηρήσει τις αρχές της, τα θεμέλια της και όλα όσα μας έχει προσφέρει στη διάρκεια των αιώνων και για πολλόυς αιώνες ακόμα.
Μετάφραση: Τσεκούρα Χριστίνα- Κυπριανή,
Αρχειονόμος, Βιβλιοθηκονόμος στην Βιβλιοθήκη της Βυρωνικής Εταιρείας.